ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στις σελίδες που ακολουθούν θα μεταφέρω διάφορα κείμενα που έγραψα σε διάφορες εποχες, μερικά είναι γραμμένα πολλά (μα πάρα πολλά...) χρόνια πριν, άλλα είναι σχετικά πρόσφατα. Ευθυμογραφήματα, μικρά διηγήματα κάποιοι πειραματισμοί μου με την ποίηση...
Θα χαρώ να διαβάσω τα καλόπιστα σχόλια σας και την κριτική σας.
2. Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑΣ (γραμμένο στα τέλη της δεκαετίας του 80)
1. ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ (γραμμένο την δεκαετία του 80)
2. Η ANAΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑΣ (γραμμένο τέλη δεκαετίας του 80)
Κοίταξε γύρω του απορημένος.Βρισκόταν στο μέσο μιας απέραντης άδειας αίθουσας. Δεν είχε πόρτες και παράθυρα, μόνο κατάλευκους τοίχους έβλεπε γύρω του, χωρίς όμως να αισθάνεται κλεισμένος ή κάποιο αίσθημα περιορισμού. Δεν υπήρχαν πολυέλαιοι ή άλλα φωτιστικά, η αίθουσα όμως ήταν κατάφωτη από ένα εκτυφλωτικό διάχυτο φως πού έβγαινε λες από το ταβάνι. Ενα φως που δεν σε τύφλωνε αλλά σ` έκανε να νοιώθεις ζεστά, οικεία.
Κανένα μηχάνημα κλιματισμού δε φαινόταν να λειτουργεί, ούτε μπορούσε να
προσδιορίσει τι εποχή ήταν. Aισθανόταν όμως άνετα με το καλοραμένο σκούρο μπλε κοστούμι που φορούσε, ένα κοστούμι που δεν θυμόταν νά είχε ποτέ! Επιπλα δεν υπήρχαν
γύρω του, ούτε μιά καρέκλα για να καθίσει, κι όμως ο χώρος απέπνεε αρχοντιά,
πολυτέλεια καί καλό γούστο.
Το πιο περίεργο όμως απ` όλα ηταν η μουσική : Aπαλή, γλυκειά, μελωδική, ξεχύνονταν από παντού και από πουθενά, λες και κάποιος αόρατος μαέστρος διηυθυνε με τέλειο συντονισμό ορχήστρες κρυμμένες κάτω από το γυαλιστερό πάτωμα, πάνω από το φωτερό ταβάνι,πίσω από τους τοίχους τους βαμένους στο χρώμα του χιονιού... Παλιές και σύγχρονες επιτυχίες, διαλλεγμένες - άγνωστο πως - με το προσωπικό του γούστο, του πρόσφεραν μία ηχητική απόλαυση που τον προέτρεπε ν`αναπολήσει, να τραγουδήσει, να ψάξει για ένα γυναικείο κορμί που θα το `σφιγγε στην αγκαλιά του και θα το παρέσυρε να μοιραστεί μαζί του αυτό το μελωδικό ταξείδι.
Εκλεισε τα μάτια του για μια στιγμή, προσπαθώντας να φαντασθεί καλίτερα τη σκηνή... όταν τα ξανάνοιξε χόρευε μαζί της ! Είχε αφεθεί στην αγκαλιά του, ακολουθούσε τον ρυθμό του λες και είχαν κάνει δεκάδες πρόβες μαζί. Ρουφούσε άπληστα τον αέρα με τ` άρωμα της, ένοιωθε και το παραμικρό ρίγος στο κορμί της, το κολλημμένο στο δικό του κορμί, βύθιζε το βλέμμα του στα μάτια της και χανόταν. Μια πρωτόγνωρη αίσθηση σιγουριάς, ευτυχίας και ήρεμης δύναμης δονούσε κάθε μόριο του. Ηταν τόσο όμορφη, τόσο γλυκειά, τοσο δική του...
Ξύπνησε και κύταξε γύρω του απορημένος. Στο σκοτεινό δωμάτιο πιό πολλά μάντευε παρά έβλεπε. Στην αρχή το μυαλό του,συνεπαρμένο ακόμα από το όνειρο, αρνιόταν να δεχθεί τη πραγματικότητα. Κάπου μέσα του χόρευε ακόμα λίγο στην απέραντη αίθουσα, με την ονειρική οπτασία αφημένη τρυφερά στην αγκαλιά του. Σιγά σιγά η εικόνα ξεθώριασε, η μουσική δεν ακούγονταν πια. Μόνο οι ήχοι της νύχτας έφθαναν τώρα στ`αυτιά του και η ήρεμη ανάσα της γυναίκας του που κοιμόταν στο πλάι του.
Ανακάθησε στό κρεβάτι. «Ονειρο κι αυτό !» μουρμούρισε σιγά,για να μην την ξυπνήσει. Φωτισμένες αίθουσες, «κυριλέ» περιβάλον, αγκαλιά με μυστηριώδεις παρτεναίρ σε απαλούς χορευτικούς ρυθμούς... Διακομοδούσε τ`ονειρό του λες και ήθελε να το εκδικηθεί γιατί ήταν μονάχα ένα όνειρο. Ηταν όμως τόσο ζωντανό.. τόσο ωραίο παναθεμά το ! Και κόπηκε πάνω στο καλύτερο !
Ποιά ήταν όμως η ντάμα του σ' αυτό το ονειρικό χορευτικό μεθύσι ; Ηταν αδύνατο να θυμηθεί το προσωπό της.Το σώμα της, οι κινήσεις της, ο τέλειος συντονισμός της μαζί του, όλα αυτά έδειχναν να ξεπήδησαν από κάποια πραγματικότητα, κρυμμένη στο υποσυνείδητο του. «Ανοησίες !» μονολόγησε πάλι. Ονειρο ήταν και όπως όλες οι υπόλοιπες λεπτομέρειες του (αίθουσες, φώτα, μουσική) ήταν κι' αυτή προιον της φαντασίας του.
Ξάπλωσε πάλι. Μάταια προσπαθούσε όμως να κοιμηθεί. Η οπτασία τον παίδευε. Κάτι του'λεγε ότι του ήταν γνωστή. Αν μπορούσε να θυμηθεί το προσωπό της! Ανοησίες, ξε-ανοησίες, στο κάτω κάτω ήταν μία ευχάριστη σκέψη που ίσως τον βοηθούσε να κοιμηθεί πάλι... Από το να του κολλήσει τίποτε άλλο στο μυαλό και να τον αγχώσει , καλύτερο...
Προσπάθησε να αντιμετωπίσει λογικά το αίνιγμα. Σκεφθηκε στην αρχή όλες τις
ηθοποιούς , τα μανεκέν, όλες τις βεντέτες της κοσμικής και καλλιτεχνικής επικαιρότητας που θαύμαζε για την ομορφιά τους. Καμιά όμως δεν ταίριαζε στ'ονειρό του. Αγνωστο γιατί,αλλά ήταν σίγουρος ότι δεν ήταν καμιά απ'αυτές. Η ντάμα του είχε κάτι το οικείο, εξέπεμπε μία αμεσότητα, μια τρυφερότητα που έδειχνε να απευθύνεται μόνο σε αυτόν... Ολα αυτά ήταν ασυμβίβαστα με τα πανέμορφα αλλά απόμακρα για αυτόν θηλυκά που χάζευε κατά καιρούς στις οθόνες και στον τύπο.
Κάποια παλιά του αγάπη ίσως; Εύκολο να διαπιστωθεί, δεν είχε δα και πολλές !
Στριφογύρισε στο κρεβάτι του. Και να'ξερε η γυναίκα του τι σκεφτόταν μεσονυχτιάτικα... «Ας δούμε λοιπόν ...» μουρμούρισε.
Η Ελένη, η πρωταγωνίστρια στα μαθητικά του όνειρα ; Οχι, δεν μπορεί, ήταν πολύ
«σοφιστικέ» η μούσα των πρώτων του ποιημάτων. Ενοιθε πολύ ερωτευμένος μαζί της, αλλά εκείνη ποτέ δεν του είχε δώσει την εντύπωση ότι συμμεριζόταν τα αισθήματα του και μάλιστα με την δική του σφοδρότητα....
Η Αλίκη ίσως ; Χαμογέλασε στη θύμηση της. Η καλή του Αλίκη, η πρόσχαρη, η πάντα πρόθυμη να ικανοποιήσει κάθε του επιθυμία, να τονώσει τον τόσο ευαίσθητο εγωισμό των 18 του χρόνων... Ποιός να ξέρει τι απόγινε... Την άφισε όταν κατάλαβε ότι δεν την αγαπούσε, ότι το μόνο που τον κρατούσε κοντά της ήταν η αίσθηση ότι έπαιρνε από εκείνη πιο πολλά απ'όσα της προσέφερε. Γλυκειά, πρόθυμη, αλλά ποτέ δεν είχε νοιώσει ερωτοχτυπημένος μαζί της.
«Αρα απορίπτεται κι' αυτή» σκέφθηκε. Δεν μπορεί να κυριαρχεί στα όνειρα του μια γυναίκα για την οποία ποτέ δεν ένοιωσε κάτι τόσο έντονο όσο αυτό που τον έκανε να στριφογυρνά τώρα στο κρεββάτι του ανασκαλεύοντας τη θύμηση του.
Η Ξένια ; «Αυτη πρέπει να'ναι !» του ξέφυγε κάπως δυνατότερα και ένοιωσε τη γυναίκα του να γυρίζει. «Θα την ξυπνήσω με τις βλακείες μου όπως πάω !» σκέφθηκε για μια στιγμή και μετά ξαναγύρισε στις αναπολήσεις του.
Ναι η Ξένια πρέπει να ήταν ! Πανέμορφη, τρυφερή, θηλυκό με όλη τη σημασία της λέξης. Είχε περάσει αξέχαστες στιγμές μαζί της, είχε νοιώσει τα γεμάτα φθόνο βλέματα των αρσενικών πολλές φορές πάνω του όταν τη συνόδευε, ντυμένη σαν πριγκιπέσα, στις νυχτερινές εξόδους των τελευταίων φοιτητικών του χρόνων. Είχε σφίξει στην αγκαλιά του πολλές φορές το σώμα της, είχαν χορέψει σε τόσα μέρη - αγαπούσαν και οι δυό τους τον χορό.... αλλά δεν ήταν αυτή που έψαχνε !
Οχι, ούτε αυτή πρέπει να'ταν κι ας ταίριαζε τόσο όταν το πρωτοσκέφθηκε. Ναι ήταν όμορφη, υπέροχη ντάμα, σίγουρα ήταν κάποτε τσιμπημένος μαζί της, είχαν μοιραστεί έντονες στιγμές, αλλά ποτέ δεν ήταν τόσο δική του, τόσο κοντά του, όσο θα' θελε (γι αυτό άλλωστε και είχανε χωρίσει). Η άγνωστη σταχτοπούτα του ονείρου του, ήταν σίγουρα - δεν ήξερε πως, αλλά το ένοιωθε - κάτι πιό δικό του, πιό αποκλειστικό και ταυτόχρονα ακόμα πιό έντονο.
Μα ποιά ήταν τέλος πάντων; Ηταν αδύνατο να κοιμηθεί και σηκώθηκε να καπνίσει
ένα τσιγάρο φροντίζοντας να μη ξυπνήσει τη γυναίκα του. «Εσύ κοιμάσαι τον ύπνο
του δικαίου» σκέφθηκε «...και ο άνρας σου παριστάνει τον ντετέκτιβ κυνηγώντας οπτασίες από το παρελθόν. Τελικά ίσως καλύτερα να μέτραγα πρόβατα... μπορεί και να’χα κανακοιμηθεί, τώρα πάει μου κόπηκε ο ύπνος...»
Από το παρελθόν; Γιατί υποχρεωτικά από τό παρελθόν; Κάθησε στο γραφείο του σκεφτικός. Δεν πρέπει να'ναι κάποια που ξερε ή είδε και του άρεσε αλλά δεν είχε ποτέ τίποτα μαζί της. Ενοιωθε τόσο δεμένος μαζί της και την ένοιωθε το ίδιο δεμένη μαζί του που αποκλείονταν κάτι τέτοιο. Δεν μπορούσε να είναι κάποια από τις εφήμερες του περιπέτειες για τον ίδιο λόγο. Οι γυναίκες με τις οποίες είχε κάποιο σοβαρό δεσμό, απορίφθηκαν γιατί κάπου δεν ταίριαζαν στην εικόνα της σταχτοπούτας του - χαμογέλασε που της έβγαλε και χαιδευτικό - ούτε στην ένταση των συναισθημάτων που ένοιωσε να τον δένουν μαζί της.
Αν όμως το όνειρο ήταν προφητικό; Αν επρόκειτο να γνωρίσει στο μέλλον κάποια γυναίκα
που θα τον έκανε να νοιώσει τέτοιες ανεπανάληπτες στιγμές;Τώρα άρχισα να σκέ-
φτομαι σαν καμιά γυναικούλα μονολόγησε.Προφητικά όνειρα και σαχλαμάρες!Μα είμαι
στα καλά μου;Αναψε ένα τσιγάρο και προσπάθησε να σκεφθεί κάτι άλλο.Μάταιος κό-
πος.Αν δεν έβρισκε μια λύση στο αίνιγμα δεν θα ησύχαζε,το'ξερε.Και υπήρχε άραγε
λύση;Μπορούσε ένα όνειρο να εξηγηθεί λογικά;
Απογοητευμένος από τα αποτελέσματα των προσπαθειών του,αποφάσισε να επιστρα-
τεύσει και λίγη ψυχολογία.Υστερα από τόσα χρόνια γάμου, όσο πετυχημένος και αν
ήταν,ένοιωθε στα περασμένα του σαράντα να επιθυμεί κάτι άλλο,κάτι διαφορετικό
που θα τον έκανε να ξανανοιώσει το πάθος,τη σαγήνη και τη μαγεία του ερωτικού
παιχνιδιού.Ολα φυσιολογικά μέχρις εδώ,σκέφθηκε.Ολοι περνούν από αυτή τη φάση,
είτε το παραδέχονται είτε όχι ...και ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλέτω!Μπο-
ρούσε όμως τα αποθημένα του να δημιουργήσουν τέτοιο έντονο όνειρο; Μπορούσε η
μυστηριώδης ντάμα του να ήταν μονάχα ένα ανύπαρκτο κατασκεύασμα ενός κουρασμέ-
νου από την ρουτίνα μυαλού;Μήπως το διψασμένο για αίσθημα και πάθος είναι του
κατέφυγε στο όνειρο για να γευθεί αυτό που ήταν πλέον δύσκολο να δρέψει στην
πραγματική του ζωή;Αυτό θα εξηγούσε την αποτυχία του να ταυτίσει την σταχτο-
πούτα με κάποιο πραγματικό πρόσωπο,χωρίς να μπλέκει με προφητικά όνειρα και ο-
νειροκρίτες.
Αυτή έπρεπε να'ναι η λύση .Απλή,λογική,επιστημονική.Λυπάμαι σταχτοπούτα μου,
αλλά αυτή την φορά το πριγκηπόπουλο δε θα σε βρεί γιατί δεν υπάρχεις:ήσουν πά-
ντα ένα ωραίο παραμύθι ! μουρμούρισε καθώς σηκωνόταν και ετοιμαζόταν να σβύσει
το φως.Εριξε μια ματιά στα παιδιά του καθώς πέρναγε από το δωμάτιο τους,κοιμό-
ντουσαν ανύποπτα για τα υπαρξιακά προβλήματα του μπαμπά τους,και ετοιμάστηκε
να ξαπλώσει.Στάχτη έγινε η σταχτοπούτα ! συλλογίσθηκε γελώντας καθώς έπεφτε δί-
πλα στην γυναίκα του.
ΣΤΑΧΤΗ ! Η στάχτη που από κάτω της μπορεί να κρύβεται ακόμα και χρυσάφι !
ΣΤΑΧΤΟΠΟΥΤΑ ! Η γυναίκα θησαυρός,η καλλονή η κρυμμένη κάτω από τα πρόχειρα ρού-
χα,η χρυσή καρδιά που προσφέρει χωρίς να φαίνεται.Σταχτοπούτα ! Η γλυκειά αιθέ-
ρια ύπαρξη που αγόγγυστα προσφέρει,μοχθεί,αγωνίζεται βρίσκοντας αναγνώριση μο-
νάχα στα όνειρα της.Τι ηλίθιος που ήταν ! Υπήρχε η σταχτοπούτα του,σε πείσμα
κάθε ψυχολογίας και ονειροκρίτη ! Την θυμόταν στην πρώτη τους συνάντηση να κά-
νει την καρδιά του να πάλλει,να τον γεμίζει με πρωτόγνωρη ευτυχία στον πρώτο
τους χορό.Την θυμόταν στο πρώτο τους ραντεβού γελαστή,πανέμορφη, να δίνει για
πρώτη φορά νόημα στη ζωή του.Θυμόταν το πρώτο τους φιλί,το πρώτο τους σμίξιμο,
το πρώτο τους καυγαδάκι...Τώρα που επιτέλους την είχε βρεί,οι αναμνήσεις σαν
ορμητικό ποτάμι ξεχύνονταν στο μυαλό του.
Την θυμόταν συγκινημένη στην εκκλησία να λάμπει από ευτυχία,να του σφίγγει
το χέρι,έτοιμη να μοιρασθεί μαζί του ότι θα τους έφερνε η ζωή.Την θυμόταν στο
σπίτι τους ν' ανοίγει τα δώρα,να σχεδιάζει για το μέλλον,να γελά.Το γέλιο της!
η τελευταία κελαριστή πινελιά του πλάστη στο φωτεινό πρόσωπο με τα γλυκοκάστα-
να μάτια .Την θυμόταν στα πρώτα ξέγνιαστα τους χρόνια,τότε που γύριζαν όλη την
Ελλάδα, να του χαρίζει απλόχερα κέφι και ελπίδα για μια ανέφελη ζωή.Θυμόταν το
ιδρωμένο της πρόσωπο να λάμπει από ευτυχία ,καθώς έσφιγγε στην αγκαλιά της
για πρώτη φορά τους καρπούς της αγάπης τους και αυτός της χάιδευε τρυφερά τα
μαλλιά.Την Θυμόταν να μεταμορφώνεται σε ιδανική συντρόφισα και μάννα,χωρίς να
χάνει την ομορφιά της,την τρυφεράδα της,την ζεστασιά της.
Την βλέπει και τώρα ακόμα ν'αγωνίζεται για ν'αντιμετωπίσει μια ζωή που γίνε-
ται όλο και πιο απαιτητική,πιο σκληρή και πιο άγρια,να λυγίζει πότε-πότε μα να
μη τσακίζεται,να μη χάνει μέσα στις έγνιες και τη ρουτίνα τίποτα,μα τίποτα απ'
όσα είχε λατρέψει.Η σταχτοπούτα του ! Επρεπε να δει ένα όνειρο για να συνει-
δητοποιήσει πόσο πολύ την αγαπούσε και την ήθελε ακόμα.
Εσκυψε και την φίλησε τρυφερά.Μέσα στον ύπνο της χαμογέλασε χωρίς να ξυπνή-
σει.Είχε νοιώσει άραγε το φιλί του ή έβλεπε κι αυτή κανένα όνειρο; Δύσκολα βέ-
βαια με τα παχάκια του να το'παιζε πριγκιπόπουλο,έστω και σαραντάρικο,αλλά
πάλι αφού είχε καταλάβει ότι αυτήν ήθελε για σταχτοπούτα του γιατί να μη προ-
σπαθούσε ; Είχαν ακόμα ζωή μπροστά τους....
1. E Ξ Ο Μ Ο Λ Ο Γ Η Σ Η (γραμμένο την δεκαετία του 80)
Μη με μαλλώνεις γιατί ξενυχτώ.Με τρέφει η νύχτα...Τη μέρα πρέπει να βγώ
από το καβούκι μου και ...παρακολούθα τη συνέχεια μπας και καταλάβεις.
Γεμίζω τα πνευμόνια μου φρέσκο δηλητήριο - από αυτό που έχουν ήδη αρχίσει να
ξερνάνε οι καμινάδες του λεκανοπέδιου - και ξεκινώ για τη δουλειά μου.Με το
λεωφορείο το γεμάτο αγουροξυπνημένους τσιμπλιάρηδες ή με τ'αυτοκινητάκι μου,
ναι αυτό που κατάφερα να αγοράσω με χίλια βάσανα πριν δέκα αιώνες ,τότε που
με πείσανε ότι θα με καταξιώσει και θα ανεβάσει το " κατι τί " μου.
Ετσι ή αλλιώς στοιβάζομαι σε μια στενή λωρίδα άσφαλτου που το παίζει λεωφόρος και
σίγουρα δε μας χωρά,βρίζω και εκνευρίζομαι,ψάχνω ήδη θύμα να ξεσπάσω κι
ας μην έχει καλά-καλά περάσει μιά ώρα που ξεκίνησα τη μέρα μου.Πολιτισμένα
πράγματα...
Στο δρόμο έχω την πρώτη ενημέρωση.Αν είμαι μ'αυτοκίνητο ανοίγω το
ραδιόφωνο - έχει γίνει πολύ " ΙΝ " - αλλιώς ρίχνω μια ματιά στις εφημερίδες,
πάνω από την πλάτη του μπροστινού μου στο λεωφορείο ή στα περίπτερα που
συναντώ. Ενημερώνομαι λοιπόν ... Ενημέρώνομαι για το ότι όλοι εξακολουθούν και
σήμερα να με περνούν για βλάκα και απλώς τσακώνονται ποιός θα 'χει το
δικαίωμα να με στίβει.Ενημερώνομαι για τα όσα έκαναν αυτοί που δεν έπρεπε και
για τα όσα δεν έκαναν αυτοί που έπρεπε.Ενημερώνομαι κι απορώ πως πέρασε ακόμα
μια μέρα χωρίς να μας πάρει όλους ο διάολος.Χάλασε κι αυτός φαίνεται...
Καλά θα μου πεις,μόνο τέτοια ...ωραία αισθήματα σου γεννούν αυτά που
ακούς και βλέπεις ; Οχι βέβαια ! Λένε οι ειδήσεις και για τυχερούς,για
νικητές,για επιτυχημένους...Οτι πρέπει δηλαδή για να μπεις μετά στη δουλειά,
να αντικρύσεις την " θεία ιεραρχία ",να τη νοιώθεις να ξεσπά όλη τη μέρα πάνω
σου και συ, ο πάντα αρκετά χαμηλά,να μη μπορείς να ξεσπάσεις,να βγάλεις και συ
τις κακίες και τα κόμπλεξ σου σαν πολιτισμένος άνθρωπος,πουθενά.
Είμαστε βλέπεις τόσο πολλοί εμείς οι μέτριοι και τόσο λίγοι πια οι " από κάτω " μας,
που ποιός να προλάβει να τους πρωτοπεριλάβει; "Πυραμίδα" σου λέει μετά οι άλλος
με τα οργανογράμματα.Εμένα μου λες ! Δε λένε Ρόμβος καλύτερα !
Και μετά τη δουλειά ; Τώρα μάλιστα. Γυρνάς κάποια ώρα σπίτι σου,λειώμα
από την πίεση, ταλαιπωρημένος, βρώμικος, εκνευρισμένος από την ίδια πάντοτε
επανάληψη της πρωϊνής ταλαιπωρίας.Γυρνάς λοιπόν στο σπιτάκι σου και πέφτεις
πάνω στα παιδιά σου που σε κυτούν στα μάτια. Περιμένουν να τους πεις τι τρανό
έκανες σήμερα, ποιούς κατατρόπωσες και ποιοί σε βραβεύσανε για τα κατορθώματα
σου. Αν πάλι είναι μεγάλα - και αν δε λείπουν - σου γυρνούν την πλάτη με περιφρό-
νηση και δε σου δίνουν σημασία.Εχουν μάθει πιά και δε σου συγχωρούν...Μόνο
η γυναίκα σου - αν είσαι τυχερός και δουλεύει - δε σ'ενοχλεί.Εχει να σκοτώσει
τους δικούς της δράκους,είναι πολύ μπαφιασμένη για ν'ασχοληθεί μαζί σου.
Οταν όμως πέσει η νύχτα...Ολοι πάνε κάποια ώρα να κυνηγήσουν τα όνειρα
τους. Μένεις μόνος τότε και ...επιτέλους ανήκεις στον εαυτό σου, τον εξουσιά-
ζεις. Οχι,ποτό,πρέζα και κάθε λογής αργοί θάνατοι 'δεν είναι λύση. Κάθεσαι ανα-
παυτικά στην καρέκλα σου, βάζεις αν θες και λίγη μουσική και αφίνεις το μυαλό
σου ελεύθερο να ταξιδέψει,ν'αναπολήσει,ν'ανασκευάσει. Οτι θέλεις γίνεσαι,χωρίς
να περιμένεις από το ασυνείδητο ή το υποσυνείδητο ή ότι άλλο κρύβουμε τέλος
πάντων να διαλλέξει εκείνο, μόλις ο ύπνος σου κλείσει τα βλέφαρα.
Τρανός επιχειρηματίας ,ανίκητος στρατηγός,διάσημος επιστήμονας ή καλλι-
τέχνης,μεγάλος πολιτικός άνδρας, δεινός εραστής,γιατί όχι; Ολα δικά σου κάθε
νύχτα,κανείς δε σε αμφισβητεί.Μόνος με ότι θα'θελες να γίνεις ' και γίνοσαι,
μόνος με ότι θα'θελες να νικήσεις 'και το νικάς.Μετά όταν πιά η κούραση
σε λυγίσει, πας και συ να βρεις τη λήθη και τα όνειρα όπως οι άλλοι.
Γι'αυτό αγαπώ τη νύχτα.Γεμίζει τις μπαταρίες του κουράγιου μου,
αυτές που φροντίζει με τόση επιμέλεια να μου αδειάσει η επόμενη αυγή.Που θα
πάει ! σκέφτομαι χίλιες φορές τη μέρα.Σε λίγες ώρες θα'μαι πάλι εγώ που θα
μοιράζω όπως θέλει την τράπουλα.Κι είναι αυτή η γνώση που δεν αφίνει να γίνω
άμορφος πολτός όπως τόσοι άλλοι...
Remember Me